Ο πατέρας μου είχε ένα γραμμόφωνο γκριζομπλε για μικρα δισκάκια που δούλευε με μπαταρίες.

Άνοιγε από πάνω, απελευθέρωνες το ηχείο το στερένες κάπως μακρυά από τον δισκοφώρο, έβαζες το δισκάκι, κινούσες τον μηχανικό φορέα της βελόνας, άφηνες να κατεβεί αργα στον δίσκο βινυλίου στα κυκλικά του δρομάκια η παλιά στέρεη βελόνα και η μουσική πλημμύριζε το σαλόνι.

Περίεργός και εκ φύσεως ανακατοκούππης το έμαθα και πρότού εισέλθω στο Δημοτικό έμαθα τραγούδια της Παπαγιανοπούλου του Καλδάρα του Καζαντζίδη άλλα παραδοσιακά τον Εθνικό Ύμνό και άλλα ψυχοφελή και αρχοντικά.


Άτε μετά να γλυτώσεις που τα ράδια τα ταβερνεία τους χορούς τους ρωμέικους.  

Το πετραδάκι θα με ακολουθούσε προφητικά ίσως και εν τω βίω μου μόνον που ευτυχώς το τσαρδάκι ...