Της κρυάδας περσινόν




Για κάποιον λογον ανεξήγητόν άμαν εν κρυάδα ψόφος το αθθυμητικόν μου πάεί στους σκοπους, τα περίπολα, μα τζιαι τους χωρκανούς μου τζείνους που ξωμηνίσκαν στα στιάθκια τζιαι τις μάντρες έτσι τζιαιρούς, βαρυσιειμωνιάν να γλλέπεις τα κτηνά να μεν μαρκώσουν...
 

Σκέφτουμαι τους σκοπούς σιειμώναν του 1974 1975.  
Να είσαι μόνος σου σκοπός τριχρονίτης σχεδόν στρατιώτης τζιαι να θωρείς ομπρός σου τους σειράες σου τζιαι τους παλλιους εφέδρούς πον εκάμαν πίσω ή εμείναν τζιαι εκαλύψαν την υποχώρησήν για να σωθείς εσού τζιαι τα κοπέλλια της δοιμιρίας.
Τα Καλοκαίρια είχαμε Ηχογραφήσεις στο Γκαράζ του Σίμου


Το Καρας του Σιμου ηταν στα πρωτα σπιτια της Ιωάννη Κυριακίδη οπως ερκεσουν που την Λεωφορον.

Ηβρα τους μιαν ημεραν του Καλοτζιαιρκου του 1978 η του1979 να ξεκινουν να στηνουν εναν χειροποιητον κεντρον ηχογραφησεων και καταφυγιον για προβες μιας πρωτοτυπης ορχηστρας.
 

Ηταν ο Αντωνης ο Τορναριτης πουζουξιης που τα χρονια του εβδομου Δημοτικου, ο Μαρινος Νεοφυτου ο μικρος της παρεας και βεβαιως ο οικοδεσποτης ο Σιμος Λαμπρου που ειχε στησει μια χειροποιητη τραμς με μια πτυσσομενη σκαλουα, λαμαρινες και ξυλα.

Ετσι οι τρεις γιναμε τεσσερεις και η ομαδα αποκτησε μηχανικο ηχογραφησης με ενα κασεττοφωνο της μιας κασεττας που ειχε και ενα καλο μικροφωνο.

Στην πορεια μου εστησαν κατι ταμπουρινα με κουθκια του γαλάτου εσ εμ ε ι και συμμετειχα στις προβες μια και ειχα καποια προπαιδεια στα κρουστα.

Το ρεπερτοριο ητο αρχικως λαϊκο και κατοπιν ολιγον του νέου κύματος.


Σταδιακα τα κοπελλια προχωρησαν σε πολλους μουσικους οριζοντες.

Απο εκει κερδισα την τολμη να γραφω στιχους τραγουδιων που γεμιζουν συρταρια συνθετων.  Θα ναι κοντα πενηντα.  Καποια εφηβικα τα φυλαξε ευτυχως ο Σιμος ως τεκμηριον και... μουσικης εφηβειας.

Το καρας του Σιμου δωρισε στην νησον μας τρεις τελικα πολυ καλους μουσικους και δυο χαρισματικους συνθετες... 

Ηταν μια αποθηκη για προβες στα δεκα ποθκια ενος σπιθκιου γεματου φιλοξενια και αγαπη και συνεχες κερασμαν σπιθκιασιμης λεμοναδας της Κυριας Βασιλικης...
 

Τα καλοκαιρια ειχαμε ηχογραφησεις στο καρας του Σιμου του φιλου μας...
Καφενέδες



Ούλλον τον κόσμον γύρισα που τα μιτσιά μου χρόνια μα πάντα ονειρευκουμουν του Δεκαπενταούστου δειλινόν να φκώ να κάτσω τσας πναστός στον Καφενείον του Σπυρη του Καννίδη με το νάμιν.

Να με θωρούν οι χωρκανοί χαρουμενοι απόυ καρτζιν που του μπακαλή του Παυλή μοναππιθκια που τα σκαλια ναν ούλλοι μια αγκάλη


Ομως για να θημουμαστεν, σαν του παππου μου του Βοσκού τον καφενεν πρωίν εν τον αλλάσσω
 

στης Εκκλησιας τον καφενέν στου Καπιρκασιη τα δειλινά αμαν νεφάνεις εμυρίζες τζειντην ομορφκιαν που εψηνεν ο Φάνης μες την ταβερναν του τη φιλοθενην που δωρισεν σε πολλους χωρκανους κατι νυχτες ουλλον δροσιαν χαραν τζιαι φεγγαριν,...
Οι διαγωνισμοί συγκροτημάτων  

 

Οι διαγωνισμοί συγκροτημάτων οργανωνοντάν κάθε χρόνο νομίζω στο Θέατρο του Λανιτείου.

Ήταν διαγωνισμοί σχολικών συγκροτημάτων κάποτε και τροβαδούρων που τραγουδούσαν μόνοι ή με ακόμη ένα ήδυο όργανα συνοδευτικά.
 

Η κριτική επιτροπή ανέβαινέ μάκρυά από την θορυβώδή γεμάτη μαθητική ζωή πλατεία.

Στον εξώστη η κριτική επιτροπή θα δεχόταν τα πυρά παραπόνων μετά την απόφαση βραβεύσεών.

Η πλατεία ήταν αμφιθεατρική.


Καρέκλες ξύλινές κινηματογράφου που έκλεινάν μόνες.

Ωραία κλιμακωτά σκαλο...πάτια μήκος ενός μέτρου.

Οι τοίχοι ψηλοί με τα γνωστά κοκκινα τουβλάκια μέχρι πάνω.
Έξι στήλες εναλλάξ με τον λευκό τότε τοίχο οπλισμένων κολώνων.
Η σκηνή δυσανάλογα μεγάλη με παρκε δάπεδο και κουρτίνες βελούδο.
 

Υπήρχε από το πρωί προετοιμασία.
Να στηθούν οι μικροφωνικές, τα αμπλιφαιάρ,τα ηλεκτρικά για τα μπάσα.
Τα μικρόφωνά για τις φωνές των τραγουδιστριών και των τραγουδιστών των συγκροτημάτων.
 

Τα συγκροτήματα ήταν πολυφωνικά με ποικίλα ρεπερτόριά.

Η Τεχνική πάντα με λαικά και μπουζούκι
Μπαλάντες με κιθάρες ακουστικές η περιφέρειά και όσο πλησιάζαμε στο κέντρο πληθαινάν τα ηλεκτρικά μέσα.
Οι κιθάρες τα μπάσα τα συνθεζαιζερ τα ηλεκτρικά αρμόνια...

Στις κολώνες είχε γύρω κατί ορθογώνια βαθουλώματά.

Η οροφή ήταν επίσης με κλιμακωτή κλίση.

Για να βγεις στη σκηνή υπήρχαν ξύλινα σκαλοπάτια ένθεν και ένθεν.
Στη μνήμη πολλών τα σκαλοπάτια είναι συνδεδεμένα με τα πρώτα τραγούδια σημαντικών συγκροτημάτων.
Με μπάντες του Γυμνασίου μας με τον Μέλιο τον Χριστάκη τον Χρύση τον Μιχάλη και τον Σίμο πάντα στα ντραμς.

Πρώτη φορά το Στ Γυμνάσιο συμμέτείχε το 1981.

Είμασταν Γ Γυμνασίου...
Μεγάλη μέρα,για κάποιους μια αρχή που ακόμη συνεχίζει μουσικά και μελωδικά.
 

Νομίζω πως εν εφκήκα ποττε μου στον εξωστη ετούτου του θεάτρου. 
  
Ένα θέατρο μια γενιά συγκροτημάτων μνήμες μουσικές.
Στιχοι για μελοποίηση μουσικές μικρες νέες μελωδίες...
Ακόμα τραγουδούσαμε ....
Στις 15 Νοεμβριου 1983 επεστρεφα σπιτι σκεφτικος


Ειχαν προηγηθει οι διαδηλωσεις εναντιον της ανακηρυξης του ψευδοκρατους.

Στο σχολειο προσπαθησαν να μας συγκρατησουν τηρωντας μια σταση συνεσης χωρις να μας εξωθουν σε διαδηλωσεις και ακραιες αντιδρασεις....
 

Οι μαθητες του Λυκειου κατεβηκαν απο τον Αη Γιαννη στο Αθηναιδειο και ενωθηκαν με τους υπολοιπους στην Τεχνικη αν δεν με απατα η μνημη.

Πορευτηκαν στην Πλατεια στο Διοικητηριο.

Καποιοι κομματικοι εκαναν κουμαντο με τηλεβοες.  
Ο Ντεκτας προχωρουσε τα σχεδια του με τους εξουσιαν εχοντες στην Αγκυρα καταστρεφοντας την ΚΥΠΡΟ με ενεργειες που ριμαζαν τους ανθρωπους της.

Εν τω μεταξυ τα κομματα και οι νεολαιες τους καυγαδιζαν κρυφιως και φανερα με ποιο τροπο θα μας ελεγξουν...
 

Περπατουσα μονος στη Λεωφορο και σκεφτομουν.
Στα δεκαεφτα συνειδητοποιουσα βαθυτερα τις κεκρυμμενες στοχευσεις των πολιτικων και αναζητουσα τις διεξοδους απειρος και πεφορτισμενος.
 

Στα επομενα χρονια οταν η νεολαια πορευοταν στους δρομους εναντια στην κατοχη τα κομματα ιδρωναν να βρουν ακρη "να ελεγξουν την κατασταση" μπας και ξεμυτισει κατι γνησιο κατι που κομιζει μια βαθυτερη πνευματικη αντισταση.
 

Στις 15 Νοεμβριου του 1983 επεστρεφα σπιτι σκεφτικος. 
Το βραδυ γονατισα να προσευχηθω.
Ηταν οκαιρος που προσευχομασταν τουλαχιστον ειλικρινα.
Εστω με λογο εφηβικο και αφελη που αγαπουσε το νησι μας...

Όταν έπαιζε η Εθνική Κύπρου...




Όταν έπαιζε η Εθνική Κύπρου κάτι μαγικό συνέβαινε για τους απογευματινους.

Το κατά τα άλλα αυστηρο Αθηναιδειο μας σχολνούσε εγκαίρως δια να στηρίξουμε τηνομάδα του νησιού μας επί των κερκίδων.

Εβλεπες παρέες παρέες απο όλα τα σχολεία να ανηφορίζουν χαρούμενοι για το Τσίρειο.

Στον μεγάλο Αγώνα ΚΥΠΡΟΣ - ΙΤΑΛΙΑ πήγαμε όλοι να δούμε τους νικητές του μουντιαλ Τζοφ Ρόσσι. 
Τελικά θαυμάσαμε την Κύπρο και τον Γιώργο Σαββίδη τον μεγάλο γκολτση της ΑΕΚ.

Ο Χριστόδουλος μου υπενθύμιζε "Πέρασαν πεντε λεπτα και δεν μας έβαλαν γκολ".  

Είμασταν όλοι εκεί χαρούμενοι στην κερκίδα.
Ήταν και τα κορίτσια εκει 
Όλοι με τις στολες του σχολείου 

Στο ημιχρονο γελούσαμε ολόκληροι οχι μόνο τα μουστάκια μας αυτά που καταδίωκε η Υπδιευθυνσις του σχολείου.

Θριαμβευτες στην επιστροφή...
Ο Γιαννάκης πανηγύριζε περισσότερο από όλους 

Όλοι χαιρετούσαν χαρούμενα.

Οι κοπελλιές του σχολείου μας γελούσαν με τα αστεία μας.


Όχι πως ευλογώ τα γένια μας.  Είμασταν ωραίο σχολείο χαμογελαστό.  Με τα απλά που ήταν όμορφα.

Μονό να εβαζε το γκολ και ο Σαββίδης στο τετ α τετ με τον Ντίνο Τζοφ.  Ητάν η μόνη φορά που έχασε τέτοια ευκαιρία.
 

Αχ οι αγάπες εκείνου του καιρου.  Όλο φως και χάρη.

Ακόμα και τα αυστηρα σχολεία αγαπούσαν και την Εθνική Κύπρου.  Οχι μονον τα κορίτσια και τα αγόρια τους..
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΕΛΕΗΜΟΝΑ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΜΑΣ ΗΛΙΚΙΑΣ



Πρώτες μέρες στην πατριαρχία

Είναι καιρός , όμως, να κάμωμεν λόγον για τις πράξεις του Ιωάννη, ευθύς μόλις ενθρονίστηκε Πατριάρχης. Πρώτα επρόσταξεν να έρθουν μπροστά του όλοι της Εκκλησίας οι οικονόμοι και άλλοι όσοι είχαν αξίωμαν και διακόνημαν στους ναούς. Με αγάπη τους είπεν λόγον καλόν. Για την εργασίαν στον αμπελώνα του Χριστού. Μετά τους ορμήνεψε να βγουν στις στράτες, τις ρύμες και τα μονοπάτια της πολιτείας. Να βρουν και να γράψουν σε κατάστιχον όλους τους αφέντες, τους κυρίους του πατριάρχη.


Οι οικονόμοι όλοι συγχύστηκαν και εζητούσαν εξηγήσεις. Τότε ο σοφός Ιωάννης εξήγησε τι ήθελε να κάμουν: « όσους γνωρίζετε φτωχούς και διακονητές τους ονομαζετε, ακούστε τι καλό μεγάλο μπορούν να μας χαρίσουν. Να μας βοηθήσουν, μπορούν. Παράδεισο σε μας να παραδώσουν. Πάρτε λοιπόν τις στράτες σας, τώρα,στενό και σπίτι ερειπωμένο να μη σας ξεγελάσει. Όπου φτωχός, όπου μικρός στους δρόμους, χωρίς πατέρα ή προστάτη. Όπου έχει χήρα κι ορφανά, νέους αρρωστεμένους.

Αγάπην κάμετε πολλήν όλοι τους να καταγράφουν βοήθεια να λαμβάνουν, να μην κακοπερνούν». Εβγήκαν οι οικονόμοι, Θεός να τους φυλάει εβγήκαν και εμέτρησαν επτά τόσες χιλιάδες. Μέσα στα στενοσόκακα, μέσα στα παραδρόμια ένας οικονόμος ευσεβής, καλός και προκομμένος μοναχός, ανακάλυψε ακόμη πεντακόσιους κρυμμένους φτωχούς ανήμπορους και αδύνατους ανθρώπους.

Προτού τελειώσουν με τους φτωχούς αφέντες τους , άλλη σοφή προσταγήν τους έδωσε και πιάσαν δρόμους και στενά οι συνετοί οικονόμοι. Όπου είχεν έμπορους, μικρούς πραματευτάδες, όπου πωλούσαν κι αγοράζανε τους έδωσαν διαταγήν καλήν του επισκόπου. Ν’ αφήσουνε τα δυο σταθμά, ν’ αφήσουν να ξεχάσουνε τα δύο τους βαρίδια. Ένα το ζύγι να πωλούν έναν και ν’ αγοράζουν. Αν τύχει ν’ αρνηστούν. Αν τύχει ισχυρόγνωμοι πολύ να παρακούσουν προστάζει ο Δεσπότης μας μεγάλην τιμωρίαν.

Όποιος φανεί εγωπαθής και δεν μας υπακούσει με τη ψευτιά αν θέλει τα πουγκιά σε μιαν ημέρα να γεμίζει, φτωχός πολλά θα καταντήσει. Φτωχός, από τους φτωχότερους της πόλης. Όλα του τα υπάρχοντα θα βγουν να πουληθούνε να δούνε όλοι οι Αλεξανδρινοί τι έπαθεν ο δολερός να μην γυρεύουν σκοτεινά, ψευτιές για να πλουτίζουν. Εφώναξε και τους κριτές κάτι να τους αναγγείλει. 

Μαζευτήκαν όλοι και ήταν συγχισμένοι. Τότε έπεφταν στο αμάρτημα της σιμωνίας για να αδικούν τους φτωχούς. Όταν εμετρήθηκαν ήταν όλοι παρόντες. 

Βγήκε ένας υπηρέτης και μετρούσε μισθόν μεγάλο, πουγκιά πολλά στον καθένα.

Πουγκιά πολλά να ζουν αυτοί και τα παιδιά τους και να τους περισσεύουν. Κατόπιν βγήκε ο Πατριάρχης για να εξηγήσει. 

Λόγον τους είπε σοφόν για τις πτώσεις της φιλαργυρίας και για τον άδικον χρυσόν που κατέκαψε πολλούς ανθρώπους και σπίτια. Γι’ αυτό, τους λέει ,να αφήσετε το άδικο και το καλό να ακολουθάτε και χωρίς το δίκαιο να μην κρίνετε ποτέ, να μην αποφα;σίζετε βιαστικά και μόνο από την όψη και τα υπάρχοντα του κατηγορούμενου. Άκουσαν οι κριτές και ελυπήθηκαν και έφυγαν όλοι σκυφτοί για τις οικίες τους και πολλά επροσβάλτηκαν.

Έστειλαν ύστερα μέχρι να νυχτώσει όλα τα πουγκιά για να δείξουν στον Πατριάρχην ότι μετανόησαν.

Ο σοφός και ενάρετος Ιωάννης με αυτές τις θαρραλέες πράξεις του κέρδισε τις καρδιές και την αγάπη των Αλεξανδρινών. Από τις πρώτες ημέρες της πατριαρχίας του πολλοί τον ονομάζουν άνθρωπο της αγάπης και του ελέους.

Οι υπηρέτες… και η θλίψη του Πατριάρχη
 

Όταν τα έκαμε τούτα ο σοφός Ιωάννης ενόμισεν ο δίκαιος πως οι φτωχοί ήταν σε καλήν μοίραν και πλέον ήταν δύσκολον να τους αδικούν. Μα έναν πρωϊν που εβγήκεν να περπατήσει μοναχός του μες τις στράτες της πολιτείας του, τον εκόντεψεν δειλά ένας φτωχός και του απήγγειλεν μιαν αλήθειαν και πολλά επικράθηκεν ο πατριάρχης. Επέστρεψεν εις το πατριαρχείον και επρόσταξεν τους υπηρέτας έξω να βγάλουσιν τον θρόνον να μην μπορεί κανένας να εμποδίζει τους φτωχούς που επιθυμούν εις τον ποιμέναν τους να έρθουν, αίτησιν δια να του ειπούν.

Πολλά εθύμωσεν τους υπηρέτας δια την προσωποληψίαν και την κακήν τους κρίσιν. Από τότε εις και μόνος ανήρ και δίκαιος έστεκεν δίπλα του όταν άκουε τα φτωχά και πονεμένα του τέκνα τι έπαθαν και τι θέλουν καλώς δια να ζώσι. Έτσι μετά τούτου του γεγονότος εγλύτωσε τον λαόν από την αδιακρισίαν των υπηρετών του που έστεκαν στην πόρταν και αδίκως εκρίνασι ποιος να εισέλθει και ποιος δεν ημπορεί τον Πατριάρχην τον καλόν να ιδεί να αποθαυμάσει.

Έναν άλλον δειλινόν ο Πατριάρχης πολλά λυπημένος εκάθετουν εις τον τόπον τον συνήθη, έξω του ναού. Κατά την πέμπτην απογευματινήν, προτού να σουρουπώσει, έκαμε να φύγει λουσμένος στα δάκρυα. Τον είδαν οι μπιστικοί του μα δεν το έκαμνεν η καρδιά τους να τον ερωτήσουν. Ευτυχώς ευρέθη εκεί άνθρωπος νουνεχής και σώφρων, ο Σωφρόνιος, φίλος του καρδιακός και συμπολεμιστής θαρραλέος και άφοβος, δυνατός. Άνδρας που τον εβοήθαν εις τους αγώνας κατά της δαιμονιώδους και αιρετικής μανίας των αθέων Ακεφάλων.

Ο Σωφρόνιος ερώτησεν τον Πατριάρχην: « Τι έπαθες πολυπλούμιστε των αρετών αρχιποιμένα και ετάραξες μας όλους πολλά και με το πρόσωπον σου που σκυθρώπιασε και λυπημένον το βλέπουμεν σήμερον, ολημερίς»; Ποια άραγε η αιτία της ταραχής και της πολλής σου λύπης»; Επολογήθην ο Ιωάννης και του είπεν: «Τέκνον Σωφρόνιε, φίλε μου έμπιστε και ζηλευτέ, σήμερα καμμίαν εργασίαν δεν έπραξα. Μήτε μισθός μου πρέπει. Κάθομαι εδώ από το πρωϊν, κανένας δεν εφάνηκε, να διακονήσω, να χαρώ, αγάπη να του δώσω. Η λύπη μου είναι περισσή. Κόπον εις τον Χριστόν δεν έπραξα κανέναν. Τίποτε δεν εξώφλησα, για τα που χρωστώ και που έπραξα, φτωχός εγώ ικέτης.»

Ο Σοφρώνιος, χωρίς σκέψιν πολλήν επολογήθην ο καλός για να τον γλυκάνει: « Σήμερα είναι μέρα χαράς, μεγάλε μου Δεσπότη. Να νιώθεις ευχαρίστησιν, ειρήνη και ευτυχίαν, για την ειρήνην που έφερες σ’ αυτήν την πολιτείαν. Έβγα στις στράτες για να δεις μικρούς, μωρά, μεγάλους. Κανένας πλέον δεν έχει έριδαν, κατηγορίαν. Μόνον ζουν χωρίς καυγά, το φθόνο, τα’ άλλα αγκάθια. Ωσάν άγγελοι σκέφτονται. Ωσάν άγγελοι ζούνε.» Εχάρηκε ο Πατριάρχης και εχάθηκε ευθύς από την καρδιά του η αθυμία άπασα και επλημμύρισε όλος χαρά, ο ταπεινός, ο πράος, ο γλυκύτατος της Αλεξάνδρειας Πατριάρχης.

Εσήκωσε εις τον ουρανόν το ταπεινόν του βλέμμα και είπεν, μετά γνώμης γλυκιάς και δυνάμενης: « Ω Πλάστη μου που είσαι στα ψηλά, πολλά ευχαριστώ σε που αξίωσες τον δούλον σου τον αμαρτωλόν να επισκοπεί ποίμνιον καλόν. Επίσκοπος και ιερεύς αχράντων μυστηρίων.»
Στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου 


κατέφθασα πρότελευταιος από τους νεοσύλλεκτους στις 19 Οκτωβρίου του 1984.

Αργουσε η ΥΕΣΑ να φτασει στα Πηγαινια για να παρω νομοτυπως το δια νομου επιβαλλόμενον ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΝ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΟΝ. 

Η χρονια ξεκινησε με συνελευσεις και παρα την κουραση απο τη σκληρη εκπαιδευση βρηκα το κουραγιο να εκφραζω γνωμη και να ομιλω ελευθερα παρα το νεαρόν και απειρον του αρτι αφιχθεντος πρωτοετους.

Κατα τα απογευματα θαυμαζα την πολυ πλουσια βιβλιοθηκη, το δευτερο μας σπιτι για τα επομενα χρονια.
Αρκετοι εραστες του βιβλιου και του περιοδικου τυπου μαθαμε την καθε της γωνια η τουλαχιστον τις πλειστες.


Ηταν καλα οργανωμενη και πολυ πλουσια στον τομεα της λογοτεχνιας.  Παραδεισος για οσους και οσες σκαρωναμε στιχους και τα πρωτα μας πεζα...

Γνωριζοντας σταδιακα τους δασκαλους και τις δασκαλες μας καταλαβα πως ειχα πολλα να κερδισω στο διαλογο μαζι τους.

Μορφη κυριαρχη ο διευθυντης Μιχαλακης Μαραθευτης που διδασκε Θεωρια της Παιδειας και η αποτιμηση του συγχρονου κοσμου στις διαλεξεις, τα κειμενα και το βιβλιο του Ο ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΠΑΙΔΕΙΑ ητο προφητικη και επαρκως περιγραφικη για τα οσα μας περιμεναν. 
Αν βεβαια ακολουθουσαμε τις σειρηνες των καιροσκοπων των καιρων μας. 
Το διαβαζα τις προαλλες το βιβλιο και εμεινα ενεος απο τη σοφια των ιχνογραφησεων του κινδυνου που ερχοταν για τον Ελληνισμο και την ΚΥΠΡΟ
Επιπροσθετα προεβλεψε τις οδους που θα ακολουθουσαν τα κομματα, τις εποχες που ερχονταν.


Απο τοτε ειχα καταλαβει το δικαιο της επιμονης του στην αγωγη και την ελευθερια του ΠΡΟΣΩΠΟΥ και την εμμονη του στην ΑΓΑΠΗ σε πολλα κειμενα και λογους του.
Φοβοταν μην την χασουμε και επεμενε να την επαναλαμβανει...
Αμάν εβάλλαμεν έτσι τζιαιρόν οσπρια πας το τραπέζιν, κουτσιά ξερά με τα λάχανά, λουφκιά με τα λάχανά, ή καμμιάν φοράν με τις χωστές τζειντα ωραία χόρτα.



Άμαν εβάλλαμεν φασόλες βραστές δικές μας γιόρκιν της Κύπρου, επέμπαμεν έναν που τους μιτσιούς που εκουμαντάραν εις τη Συνεργατικήν ή σε κανέναν μπακκάλην, να φέρει κανέναν θκυο ρέγγές της κάσιας.
Αν μεν έβρισκεν να πκιάει αντζούγιες αλατισμένες του μαστραππά ή τσαρτέλλές της Ελλάδας με το άλας το πασιήν του Αιγαίου πελάγους.
Ήταν ουλλά με το βάρός που πουλιούνταν τζιαι στη Δρούσιαν τζιαι στην Λεμεσόν.
 

Άν μεν ήταν η μέρα μας τζιαι επρολαββέναν μας τζιαι εφκαιρώναν οι άλλοι την κασιούαν που τες ρέγγές τες καπνιστές τζιαι τους χρωματιστούς γαλάζιους μαστραππάες των τσαρτέλλών τζιαι των αντχούγιών, εν είσιεν πρόβλημάν.  Εγόραζεν τρεις σαλμούς μεάλους.  
Εσάζαμέν τους με τον κρόμμυον τον κυπριακλον τζιαι το λεμόνιν τους τζιαι είμαστέν αρκόντοι νηστεμένοι.

Είσιεν τζιαι κάτι αντζούγιες της Καμήλας οι λεγόμενες.  Τούτη η μάρκά εφκαλλέν τζιαι μερακλήτικά κουτοτσάρτελλά για τη φτωχολογιάν που ξερέν να γιορτάζει το φαίν του Μεσομερκού τζιαι το δείπνόν μερες νηστεμένες ή αρτησιμές.
Ετρωέν ευφρενουνταν ούλοι με τα λλια τα εύγεστα τζιαι εκάμναν τον σταυρόν τους τζιαι ελαλούσαν "Δόξασοι ο Θεός!" που τ'αλήθκεια τζιαι που την καρκιάν τους...

Υ.Γ.  Έφερέν κάτι ρέγγες η Συνεργατική εν μούσκός.  Κλομα να τες κατσουρίσεις νάκκον να δείς.  Σαλμούς να δεις στο Σπυρήν του Καννή.  Ο Γιαννής της Καλλίας έφερεν κουτοτσάρτελλά της Καμήλάς.  Με τες φασόλες εν μεζές που τ'αλήθκεια.
 

Υ.Γ.  Συγχωράτε μου το ακατάλληλόν της ώρας.  Αν σας άνοιξά την όρεξήν προσέχετε νάκκον το στομάσσιν σας
Ήταν τρεις φίλοι που μιτσιοί τζει πάνω στου Χαράκη




Επαίζαν μάππαν της χωράφας μα τζιαι του ποταμού
 

Ο ένας που τον Πρόδρομόν, άλλος που το Βαρώσιν τζι ο τρίτος που τη Δρουσιαν.

Είχαν τζιαι πολλήν μεράκκιν με τα ποδηλατα τζιαι τις καδένες, το δύναμον τζιαι τα φανάρκα.

Τότες οι φωτογραφίες ήτουν ασπρόμαυρες τζιαι έρκετουν φωτογράφος για τις αθθύμιον φωτογραφίες μα εμπόρες να φκάλεις τζιαι με κανέναν θκυο φίλους σου.
Τότες έφκαλά με τον Σπύρον τον Παπαδόπουλλον τζιαι τον Άντρον τον Παππαρίδην μιαν ωραίαν τζιαμε στις βεραντες του εβδόμου.
Εφκάλαμεν τζιαι μιαν άλλην με τον Σίμον τζιαι τον Φίλιππον μαν την εβρίσκω τούτες τις μέρες.
 

Είμαστεν φτωσιοι μα ριάλια για έτσι οκταήμερες ήταν να βρουμεν.
Εποκουππήζαμεν την γειτονιάν ούλλην, τα σέντε, τες αρμαρόλλες, τα δέκα πόθκια, τες αυλάες.
Καλά εκάμναμεν.  Ετο βρεθουνται τωρά τζιαι κουαλούν μας πίσω τα ποδήλατα, τες μάπππες, τα σέπο, τα ασπροπάπουτσα, τες μπάρρες που στήνναμεν με ξύλα τζιαι σπόντες μες τον ποταμόν να μεν εσιει καυκάες αν έν ψηλόν ή χαμηλόν το σιουτ...

''Χαμογελάστε κοπέλια!'' ελάλεν ο Κύριος Γεράσιμος...
2 Νοεμβρίου


Κανόνικά στην επέτειόν της γέννησης μας η μάνα μας γιορτάζει.

Η μάνα μου η γρουσή γέννημαν διπλάρα με τη θκεια μου την Χρυσούλλαν το 1935 εφκήκε μωρόν εις τη ξενοδούλεψήν.  

Δωδεκα χρονών στην οδόν Τρικούπη στην καρκιάν της Χώρας στο σπίτι της Κας Τούλλας.  Έναν αρκοντικόν μόνον γεναίτζες.  Ο νοικοτζύρης ήταν πάντα στην Αφρικήν.
 

Η Ελένη Γιαννή Τύλληρου το γένος Δασκάλου που τη Δρούσιαν της Πάφου, η μάνα μου.

Εμαθέν με πως ενεν αντροπή η δουλειά τζιαι η φτωσειά.

Ως τα είκοσι εννιά που επαντρευτειν εξενοδούλευκεν.  

Γεναίκα νούσιμή, φρόνιμη, ευγενική.

Ούλλα με τα θκυο της σιέρκά τα έκαμεν.
 

Κόμα εν το αγκωνάριν μας.

Πέρκει στα γεράματα μου να αξιωθώ να πράξω έναν κομματούιν της καλόσύνης της μιαν δακτυλήθράν της αρετής τζιαι της θυσίας της να κοντέψω.

Αγαπησέν τζι' αγαπά ξοψυσιής τζιαι που καρκιάς.


Με τον πατέραν μου ήταν που τ'αλήθκειά αγαπημένοι.

Εις το χωρκόν μου για να με βρίσκουν ελαλούσαν "ο Γιαννάκης της Ελένης".  Τούτον το ονομάν της μάνας μου αννοιέν μου πόρτες τζιαι καμαρόπορτές.


Εις τα γενεθλιά μας η μάνα νομίζω πως πρώτη γιορτάζει...


Υ.Γ.  Αν μάθει ήνταπογραψα αλοίμονόν μου.

Τελικά εσιει κάτι γεναιτζες η Δρούσια η Κύπρός η καρκιά τους αγαπά που τα αλήθκεια σσιλλιάες.  Πόσους επαρηορήσαν, πόσους ετραπεζώσαν, αναγιώσαν, εσώσαν, εφροντίσαν.
 

Ένας υψηλοβαθμός στην κοινωνίαν, βαρύς νομίζουσειν πολλοί, μολίς με δει ημερεύκει "Τους χαιρετισμούς μου στην Καν Ελένην!"  Πάντα στην προσφυγιάν εθκιαν του βρρεσιεν τα βιβλία που το μικρον μας βιβλιοπωλείον.  "Να μεν χαννεις το μάθημάν.  Άμαν ημπορέσεις πκιερώννεις"

Ήταν όμως κόρη της Σοφρωνίας της ορφανής που σιεν για ούλλους αγάπην τζιαι αννοικτήν αγκάλην.
 

"Εν πειράζει Γιαννάκη μου.  Να συγχωρούμεν γιε μου.  Ήντα που να κάμουμέν γιε μου".
Μεθεόρτια της 28ης Οκτωβρίου
 

Φυλάγαμέ την καλή γραβάτα.  Κάποιοι με προσοχή μην χαλάσεί το δέσιμό.  Μια δεξιότητά δύσκολή για πολλούς.

Το πουκάμισόν το καλόν.

Οι κοπέλλές τα φουλάριά.

Η χαλάρωσή με τις πρόβες παρελάσεως τελείωνε, φυλάγονταν τα όργανά.

Η χορωδία άρχιζε πρόβες για τις επόμενες εορτές.  Κυρίως για τα Χριστούγεννά.
 

Ξεστολίζαμε το σχολείο.
 

Άρχιζαν ξανά οι ακροβασίες με τα ποδήλατά και τις μοτόρες.

Πάντα παραμονές παρελάσεως όλοι πρόσεχαν γιατί ο Κυριός Λουκά ήταν μια αξία σταθερά και δεν θέλαμε να τον βάλουμε τελευταία ώρα σε μπελάδες για αντικαταστάσεις και τέτοια.

Ο Νοέμβριός ήταν πάντα μήνας διαγωνισμάτων.

Ήταν όμως και μήνας βροχερός.
Ευνόούσε τις πρόβες συγκροτημάτων τις ηχογραφήσεις στου Σίμου και το γράψιμό τραγουδιών.

Το πιγκ πογκ στο Ίδρυμά είχε τις τιμητικές του.

Τα πρωταθλήματά ποδοσφαίρού έπερναν φωτιά.  Τα δεύτερα,τα αγροτικά,τα σχολικά, τα κέντρα νεότητός.
 

Στο Κλειστό του Αθηναίδείου η πετόσφαιρα τις βροχερές μέρες πρωί και απόγευμά ήταν απόλαυση τον βροχερό Νοέμβριό.

Να παίζεις βόλεύ να ακουγονται οι βροχές ωσαν καταρράκτης στη στέγη.  

Ο Τσίκος στις φορμες του, η υποδοχή να είναι καλή να ψηλώνείς του Παπαθωμά για καρφί και ο Γιαννάκος να την γλυτώνεί με τον Λαζαρίδη να απαντά ο Τσιρπονούρής και πάλι απο την αρχή και ο πόντος να κρατα ένα πενταλεπτό
καρφιά και επιστροφές και οΛουκά να αστειεύει το Σάββα πως πάει έμαθε το Τζιερυνιώτικό τζιαι δυσκολεύκει μας.


Να μας τα χαλά το κουδούνι.  Να πρέπει να πάμε για Γαλλικά και όλοί να τρεχουμε μες τη βροχή για τα αποδυτήριά και η κουβέντα μες τα πειράγματά για το βόλεύ να γυροφέρνει και στο πως θα στραφούμε σπίτι.  Αν θα τα καταφέρουν με τέτοια καταιγίδα τα λεωφορεία, τα ποδήλατα οι μοτόρες τα αυτοκίνητά να κινηθούν στην Λεμεσό που ήταν τότε και ολίγον Λιμνουπολή.

Ξεκινούσαν και προχωρούσαν τα Κύπελλά Πρωταθλήτριών, τα Κύπελλά Κυπελλούχων, το Κύπελλό Ουέφα και οι συζητήσεις στην αυλή ήταν όλα τα δεκασέλινα και οι λίρες.


Πολλοί οι ενημερωμένοι.

Συνθέσεις μετεγγραφές περσινά αποτελέσματά. 
Επιχειρήματα προγνωστικά.  Ιδιαίτερα αν το βράδυ είχε μετάδοση.
Στοιχήματα με σάντουιτς και κοκα κόλα και να σε γυρεύουν για μάρτυρα...
 

Όταν ερχόταν λιακάδα όλοι εκεί κοντα στα ποδήλατά να λιάζουντε και οι κοπελλιές να σχολιάζουν τους τεμπέληδες που συνομιλούν ποδοσφαιρικά λες και δεν έχει κάτι άλλο ο κοσμός ολάκερός.

Και με σε όλα αυτά να σε γυρεύει ο Κύριος Νικολαίδης να αναλάβεις ευθύνη για το τετράκις εξαφανισθέν απουσιολόγιο και ο ένοχός να σου εύχεται καλά ξεμπερδέματά με ελιγμούς και διπλωματία.
 

Αχ τα κατόπιν εορτής είχαν μια γλυκήτητά ιδιαίτερά αν όλα πηγαινάν καλά στην παρέλαση...

Ένας Νοέμβρής εμπλεός χαρίτων ή μάλλον μας κατέκλυσε η νοσταλγία...
Ουτιδανός ειμι.  Τέκνον πτωχόν ανδρείου ανδρός του Ακάμα.



Σεβαστηκέ την ελευθερία μου.  

Σπάνια με ρωτούσε.
Ήξερα όμως πως με παρακολουθούσε εν σιωπή.

Μόνο ένα πρωί, στα γενέθλιά μου, έσκυψε χαράματα και με φίλησε.

Ήμουν εικοσιεφτά καπνισμένος πλέον και πονεμένος
Ήταν καιρός καταιγίδων και διώξεων.
"Χρόνια πολλά γιε μου. Ο αγώνας συνεχίζεται". Και έφυγε για τη δουλειά.

Αυτός που είχε γνωση και κατάρτιση, μελέτη αμέτρητων ωρών.

Αυτός που μπορούσε πολλά να πετύχει.
Παρέμεινε θερμαστής και εργάτης.
Λες και το χρωστούσε στους αντάρτες που έφυγαν νωρίς και αδίκως.


Σιωπηλός συχνά.
Αδικημένος από πολλά στη ζωή.

Μια ζωή να διορθώνει λάθη και να πληρώνει για τα πάθη αλλονών.

Το καθήκον, η αγάπη.
 

Μου λείπει συχνά.  Κοντά του ένοιωθα μιαν ασφάλειά.
Ήταν άδρωπός πρωτινός.  Φρόνιμος.
 

Όταν κάποτε του επαινέσαν τα παιδιά του, έκαμε απλά τον σταυρόν του.  Δεν είπε τίποτα.
 

Τον θαύμασα στα οκτώ μου.
Έβαλε μετάνοια στον γέρο πατέρα του ήρωα και φίλησε το χέρι του σταυρωμένου τροφοδότη.
Ο αντρείος αγώνιστης της ορεινής Λεμεσού πήρε να βουρκώνει.
"Ό ι Ό ι Νεόφυτέ μου" και τον σήκωσε και τον ασπάστηκε ωσαν να ήταν γιος του.....

Ουτιδανός ειμι.  Τέκνον πτωχόν ανδρείου ανδρός του Ακάμα.



Ο μάστρος του στο βουνόν είπεν μου εξαίφνης μιαν νύχταν

"Εμπόρεν να μείνει αντάρτης ως σήμερα τζιαι να αντέξει".
 

Ελπίδα μου να ναι εκει ψηλά με τον φίλον του τον Κουζουπήν τον ενάρετόν ομαδάρχήν του.
Πάντα ελάλεν μου "Κάθε μέρα προσευχουμαι για τον Νηόφυτόν.  Είμαι σίγουρός πως θα τον συναντήσω εις τον Παράδεισον".
 

Εγώ εν εμίλουν.  Έστεκά ξηστικός μπροστα στον άνθρωπο με το χαρακωμένο κορμί από τα βασανιστήρια.

να προσθέτει "Εσυγχωρήσαμεν του τζιαι τζείνου που μας επρόδωσεν..."


Ούλλους εσυγχωρήσαν τους.  Κόμα τζιαι τους διώκτες τους.
Εν σιωπή και συνέσει....
Όταν άλλαζε η ώρα.  Επιστρέφαμε δηλαδή στην ώρα την κανονική.



Το σκόλασμά των Γυμνασίων με τις βροχές ήταν νυχτερινό και ολίγον περιπετειώδες.

Με τον Θεόδωρό κάμναμε κατά κάτω προς το δρόμο του Νοσοκομείου.  Από την πίσω μεριά του παράδεισου των φλίππερ, των πιλλιάρτων, των τζουκ μπόξ.  Περνούσαμε απέναντί από το δρόμο των Κατεψυγμένων του Βουνιώτη και τραβούσαμέ ολίγον ανηφορικά προς την Κλινική του Ιωσηφίδη.  Από εκεί στρίβαμε αριστερά και κατόπιν δεξιά.

Όλα αυτά καθώς συζητούσαμε και συχνά εκούντούν και τον Καρκαντα μου στυλ Κουρσε.

Τρία χρόνια σκόλασμά αναλύσαμε εκατοντάδες θέματά του Επιστητού καθώς και του Εφηβικού μας σύμπαντος.

Με βήμα ταχύ.  Είμαστε και οι δυο στην ομάδα μεγάλων αποστάσεών.

Πάντα βλέποντας την πλάτη του Παττίχη αλλά με γερα πνευμόνια και προοπτικές κατά τον Κύριο Λουκά.

Εκερτίσαν μας όμως τα βιβλία και οι οραματισμοί, προτίστως αντικατοχικοί.
 

Το λοιπόν νύχτα σχεδόν εφτάναμε στο δρόμο κάτω από τα Φώτα του Συμιλλίδη ή αλλοιώς γνωστη ως η Στράτα του Κέντρου του Αρίφή και ύστερα ο δρόμός του Αβενίτα.

Επκιάναμεν τη Γειτονιά του Άη Γιάννη χώμάτά τόύ Σίνε Βόλος και του απεναντί κηπουθκιού γίά νά τέρμάτίσόύμέν Ολυμπίου Διός να καληνυχτηστούμε βάζοντας άνω τελεία εις τα φλέγοντα διαλογικά σεμινάρια συζητήσεως γιναξιητικής και φιλκής βεβαίως με εκατέρωθέν εποχειρήματά και γελιά πόλικα.



Ο φιλος μου έμπαινεν εις την οικία την κεκοσμημένην με τραπέζίν του πιγκ πογκ και το κουρσέ ανελαμβανε καθήκοντα μεταφοράς μου εις την Οδόν Τροόδους μέσω φώτων Συμιλλίδη και όδου Ιωάννη Κυριακίδη όπου συχνάκις ενεδιδα εις τον πειρασμόν ελέγχου των στουτιό καρας και της Σάλας του Σίμου για να δω αν φτοιάχνούν κάτι με τον Μαρίνο ή αν δούλεψε καμμιά μελωδία στα στιχάκια που σκάρωνά....
 

Εκείνες οι νύκτές μιας άλλης γλυκήτητάς με γαρνιτούρα λλίης ψύχράς περιλάμβανάν κάποτε και στάση στο Ίδρυμά Παναγίδη για συντονισμό με τον Πάμπό τον υπεύθυνό της Λέσχης Νέων που γεμιζε τη ζωή μας δραστηριότητές ή ένα πέρασμά από του Κύριού Πόλυ Καίτη το φροντιστήρίο γυρώ στις έξι που αλλαζε η βάρδια για μια γρήγορή κουβέντα για τα ποδοσφαιρικά ή απλά μια Καλησπέρα, να πούμε τα νέα, να προγραμματιστούμε.

Ο δύναμός ήταν καλός το ποδήλατο έφεγγε την Τροόδους όταν έφταννα.  


Το βαφείο του μάστρε Βλάσκου ήταν ακόμη ανοικτό.Συχνα πογιάτιζε βραδυ γιατί ήταν ήσυχα.
 

Έβαζα το ποδήλατό στην αυλή για να μπώ σπίτι. 

Στο τραπέζι ο Τραχανάς άχνιζε...  "Άτε γιε μου πριν να κρυάνει η σούππα..."