Παγωτόν "τριγωνούιν"


Τα πρωτοδοκίμασα νομίζω στο μπακάλικο καφενείο της Κας Θέλμας (της μάμας του Μάριου που έπαιζεν μάππαν μαζίν μας στο Μαρακάννα του Ζ Δημοτικού) και βεβαίως στο Ίδρυμαν Παναγίδη με τον Τάσον, τον μακαριστόν Πανίκκον, τον Πανο, τον Χρίστο Ιακώβου και βεβαίως τον Φίλιο και τον Νεόφυτο Μορφήν τον λίαν αγαπητόν.
 

Ήταν μυστηριώδους σχήματος και είχαν τον κωδικόν έναν τρίγωνο παγωτόν.

Της κρέμας εχάνουνταν γλήορα τζιαι δώστου ύστερα πας τζείνα του φρούτου.
 

Τιμή ειδική για την φτωχολογιάν που εν ημπόρεν να ποσώσει τις πακκίρες για την αισθαντικήν πλάκαν ή το χωνάκίν αγρινόν της Ρέτζις...
 

Άμαν σε εδυσκολεύκαν στο άννοιμαν εβαλλές το μες τη μέση των γονάτων σου τζιαι έσφυγγές το σιγά σιγά ωσπού να ακροφανεί η μουττούα της γωννιάς του εσσωτερικώς φυλακισμένου παγωμένου εδέσματος.

Ούλλοι οι μιτσσιοί τζιαι οι μιτσιές της γειτονιάς εμάχουνταν μισήν σχεδόν ώραν για να το τελλεώσούν.

Στου Χαράκη, άμαν το εποστάσσαν κάποιοι εσσιηζαν το χαρτόνι να μεν πετάξουν ούτε σταξξιάν.

Μέσά στό ίδιον ψυγείο του Μαχαζιού της Θέλμας, που πριν φύουν οι εγγλέζοι ήταν τζαι φις εντ τσιπς, είσιες την ευκαιρίαν να περιεργαστείς αστραπιαιώς και τα μυθικά οικογενειακά ορθογώνια παγωτά που είχαν καλόν πάχος τζιαι είχαν να πουν στην γειτοννιάν πως εγοράζαν τα μόνον οι Εγγλέζοι τζιαι κανένας δικός μας εκατομμυριούχος.


Επαίζαμεν μάππαν μες την πυράν ως το δείλις, ύστρα εφκαίναμεν που το ττέλιν του Εβδόμου, εππιάναμεν την Αποστόλου Βαρνάβα, εβουττούσαμεν μες το ψυγείον, αρπάσαμεν πόναν τρίγωνον, επλερώναμεν την καν Θέλμαν ή τον Κον Μιχάλην τζιαι εκατηφορίζαμεν για τη χωράφαν μας βασιλλιάες

Τίποτες εν εμίσησα
τα πλοία τζείνα τα πλαθκιά
τους χωρκανούς εζήτησα
γυρισοντα μου που την Αθκιά.

Ειπάν μου πκιον εφύασειν
εβάλαν τα ρομανίσια
Στα πέρα πως επηασειν
μακρά πον εσιει ξωκκλήσια

"Φλι φλο"


Άμαν ετέρκαζεν το φλι φλο πάσ'το πόιν σου ήσουν ούλλον το καλοτζιαίριν ευκαριστημένος τζιαι η μεσοδαχτυλιά του ποθκιού σου πναστή που πληγές τζιαι ενοχλήσεις, άμαν εγύριζες τα χωράκια τους ποταμούς την χωράφαν της γειτονιάς σου...

Τα τσαρίκκια του Συνεργάτικού με το μπλετίν κάτω μέρος τζιαι την λευκήν επίστρωσην καουτσούκ που ήτουν καθαρή μόνον άμαν τα επλυννήσκαμεν την νύχταν που μπαίναμεν έσσω κατόπιν δεκάδων ειρηνικών τζιαι απειλητικών προσκλητηρίων...

Έναν καλοτζιαίριν μεάλη ήτο η συζήτησις διότι τα φλι φλο του Συνεργατικού ήτουν σκλερά τζιαι για τα πολλοσκληραγωγημένα πόθκια μας.

Εν εστρώννάν παστα πόθκια της φτωχολογιάς της γειτονιάς τζιαι προπαντός εις τους πόδας της πολυαρίθμου κοντοψιλοκουρεμένης πρώτον ή δεύτερον νούμερον πιτσιρικκαρίας.

Προβλήματα εκφράζοντο πλειστάκις τζιαι που τους μεάλους του Γυμνασίου εις τον Καφενεν του Παμπου τζιαι εις τον συλλογον του Αντρέα Χριστοφίδη.
 
Οι απόψεις ήτουν πολλές τζιαι οι ριπές επιχειρημάτων πλήθος.
Το ομόγνωμον ήτο ηχηρόν και εκφράζετο τζιαι που τες μανάες μας εις τες βεράντες τις όμορφες νύχτες "Πάει εχάλασεν τζιαι το Συνεργατικόν".
 
Ούτα ενεθυμήθειν μεταβας εις οχληράν υπεραγοράν όπου ηξιώθειν να ανακαλύψω τελικώς εναν ζευκάριν φλι φλο καφε, νούμερον 44.  Τζείνα τα νούμερόν 24 τότες ήτουν καλλύτερα ασσέν τζιαι ελαττωματικά λίαν.

Η μαργαρίνη "Μπλου Παντ"

"Γιαννάκη πετάχτου στον Κον Λέαντρο να φέρεις μια μαργαρίνη"


Έφευγα ραλλίστας, έμπενα στο Συνεργατικόν, εθκιάλεα μιαν Μπλου Παντ, ναν κανονική να μεν εν φατσιημένη.


Επλέρωνα, έσφιγγα τα ρέστα μες τη φούχταν, τζιαι σαϊττα να πάρω την παραγγελίαν.

Οι καπήρες ήταν η πριγκιπική πλερωμή.

Η βασιλική ανταμοιβή περιελάμβανεν και τυρίν κόκκινον έναν κομμάτιν...

Νύχτα ολίγον δροσερή απόψε και ταξιδεύω στα χωριά μας...

τότε που προ του τέλους της Ανοίξεως εφκαίναν τα στρωσίθκια έξω στην αυλήν.
Εστρωνουνταν τα δώματα και ετζοιμάτουν ο κόσμος που κάτω που τα άστρα μες τη δροσια.

Το σπίτι της γιαγιας μου της Σοφρωνίας εισιεν έναν ανώιν που στην άκραν του μακρυναρκού άννοιεν σε έναν μεάλον δώμαν τζιαι παρακάτω σε έναν πιο μιτσην τζιαι ύστερις στο δώμα του ασιερωναρκού.
Το πρώτον δώμαν ήταν έναν αερικόν.
Καρτζίν σου εθώρες ούλλα τα χωρκα τζιαι τα χωρκούθκια τζια τη Πόλην της Χρυσοχούς τζιαι τη θάλασσαν.
Οι παλλιοι ελαλούσαν πως στες καλές ημέρες εθωρες ως πέρα στην καραμανιάν.

Εππέφταμεν με το θκειον μου το Δώρον τζιαι τα ανιψια μου τον Γιάννον τζιαι τον Πανάον.
Είμαστεν με τον Βασιλιάν γεννιά τζιαι περιτου κόμα.
Εθώρες τα άστρα, εσιεπάζεσουν γιατι ετσίμπαν η δροσιούα ιδιαίτερα μετά τις τρεις.
Ησυχία, ακουες τις τραουθκιες της φύσης.
Επελλανίσκαν σε οι μυρουθκιες του καλοτζιαιρκού τζιαι της νύχτας.
Εξύπναν σε η ανατολή του ήλιου πορνον πορνον.

Είσιεν στα χωρκά μας τζιαι κάτι μερακλήες που εφκάλλαν σιερένα κρεβάθκια στις αυλάες, εστρώναν τα τζιαι εβάλλαν τα πουκάτω που κανένα δεντρον με πασιήν οσσιόν να πέφτουν τζιαι κανέναν μεσημερούιν.
Άλλοι μες τη μέσην της αυλής και ο πιο μερακλής μες τη μέσην του αλωνιού στον Αήν Κόνωναν στον Ακάμαν.
Ύπνος παρέα με τα σιυλλούθκια τζιαι τις τραουθκιές του Ακάμα.
Βασιλέας ολάν.  Αυτοκράτωρ με κωσταντινάτα άμετρα!

Υ.Γ. Μιαν καλύφαν προτιμω την που τα μπετόν αρμε...
Προσευχή Κυπριου ουτιδανου λίαν επίκαιρη


Παναγια μου τζιαι τζυρα μου
γλυτζιανε νάκκον την καρκιάν μου
Παναγια μου, Δέσποινά μου
μέρκασε νάκκον τα δεινά μου
Βασίλη Μιχαηλίδη Ποιητάρικος Ύμνος


Εγιώ παντώς αγάπουν τον που τα μιτσιά μου χρόνια
Ητούν το φως μου τζιαι εγλεπά στου βίου τα λαόνια

Δίχα χαρκιά τζιαι σύστασες τζιαι αριστοκρατίες
Με μιαν φωνήν ατζελικήν έγραψεν υμνωδίες

Τζιαι εις τα πέρα είπαν το ήτουν ευλοημένος
Εισιεν φωνήν τραντάφυλλον ο κοσμογυρισμένος

Έσιει τον ο Τζυπριανός τζιειπάνω πρωταρκάτην
Στους κήπους με το Σολωμόν έχουν το αλακάτιν

Τα δέντρα της ποιήσεως εχουν τα να τους σιάζουν
Να τραουδούν ολήμερίς τζιαι τον Δαυίδ να πνάζουν

Δρόμοι


Απέναντι από το Γυμνάσιό μας, στην πίσω καγκελλόπορτα, λοξως αριστερά, αφού περνούσες τον δρόμο υπήρχε ένα ποταμουίν με δύο μονοπάτια για πεζους και ποδήλατα.
Από εδω περνούσαν όσοι και όσες κατευθύνονταν στις δυτικές γειτονιές από δύο παράλληλους δρόμους που διασταυρωναν τον δρόμο του Νοσοκομείου.
Ο πρώτος οδηγούσε κατευθέιαν στο συνεργείο Φέαργουεϊς και στην οικία του Σάββα Παπαθωμά και της συμμαθήτριας μας της Στάλως και ήταν μια οδος ποδοσφαιρικών συζητήσεων.
Έδώ έμαθα πολλα για το ΑΠΟΕΛ και την ΑΝΟΡΘΩΣΗ από τον Σάββα και τον Γιώργο.
Ενημερώσεις με πάθος και βαθιά γνώση.
 
Ο παράλληλός αυτού του δρόμου οδηγούσε στο ΑΛΑΣΙΑ το ξενοδοχείο και την πίσω πλευρά της Πυροσβεστικής.
Ήταν ανηφορικός όταν διασταυρωνές το δρόμο του Νοσοκομείου.
Κανονική αγωνιστική αναβαση για τα Εσκα και τα τσόππερ.
Ευκολότερη για τα κουρσε με τις δέκα ταχυτητες.
Εβαλλές την ελαφριαν την πρώτην και ανεβαιννές σχετικώς άνετα...
Από το Αλάσια αν έστριβες δεξιά έβλεπες απέναντι σου το μαγαζι του Αντρε κορυφαίου κομμωτη όπου συχνά συναντούσαμε τα παιδια του και κολλητούς μας τον αγαπητό μας φίλο Γιάννο και τον αδερφό του τον Μάικολ που έπαιζε μαζι μας πιγκ πογκ στο ίδρυμα.

Εδώ επί της Λεοφώρου δρούσε ο γνωστός σαντουιτσής με το ποδήλατο έξω από την τραπεζα της Ελλάδος.
Αμφιψωμα αρίστης γεύσεως και ενισχύσεως.
Ρόστον από το καλύτερον της επαρχίας.
Πιο κάτω το ημιυπόγειο γήπεδο βολλευ της πυροσβεστικής και μετά το σταθμό η έκθεση μοτόρων του Σύκα.
Εδώ θαυμάζαμε μυθικές μοτοσυκλέττες της εποχής και την πρώτη ψηλή εξ αρ της πόλης και την πρώτην δεκατριάρα.
 
Απεναντι από του Σύκα υπήρχε ένα πέρασμα δρόμος που έβγαζε δίπλα από ένα γκαραζ στο δρόμο έξω από το 61ο Σύστημα και το σπίτι του Μάνθου και του Γιάννου που ήταν λυκόπουλλα και τακτικοι θαμώνες του Ιδρύματος Παναγίδη.

Ένα ζεϊπέκικο για το ΟΧΙ του Απρίλη

Μνήμη Ιάκωβου Πατάτσου που ευρίσκεται εν μέσω των αγγέλων


Μας πήραν στο κατόπι Μάρκο μου
Να μας σκαβώσουνε όπως παλιά
Κτυπάνε μέρα μεσημέρι Κυριάκο μου
τη ρωμέικη ελπιδα, τη λεύτερη λαλιά

Τα ξένα τα ρηγάτα, τα παλιά φουσάτα
Αυξεντίου και Γρηγόρη μου
Ασήμια σκορπούν και σακκάκια χρυσάτα
Όπως τότε Δημητράκη αγόρι μου

Βαλθήκανε να μας τρελλάνουνε νωρίς
Μα ξεχάσαν την παλιά μας ομορφιά
εκείνο το χορό που τραγουδούσαμε
Μάρτη μήνα κι Αύγουστο για τα παιδιά

Θα μας γυρεύουνε στους δρόμους επικήρυξη
Με το ρεγάλο το χρυσό της Αλβιώνος
Κι εσύ θα τραγουδας τρελλή προκήρυξη
Πανάρετος Ιάκωβος του μέλλοντος αιώνος

Άνοιξη 2004
Γιάννης Ν. Πεγειώτης
Τωρα μεν μ' αρωτάς γιε μου ήνταλος εβρέθημαν εμείς του Μηχανικού να πολεμούμεν στην Λάπηθον μες τζειν'το ματζιελλιόν.


Ξέρω πως επολέμουν δίπλα που κάτι κοπέλλια λιόντες προδομένους.

Ήτουν τζιαι εκεχειρία...


Μα σιει ο Τούρκος εμπιστοσύνην εις τον πόλεμον;

Εφέραν σιλλιάες.
 

Τζιαι μεις όπως πάντα λλίοι.
Λλίοι της ΕΛΔΥΚ.
Λλίοι του 391 τάγματος.
Εμεις του 70 τάγματος Μηχανικού που φύαν τζι αήκαν μας.
Οι περίτου τζι οι πκιο γενναίοι ήτουν του 256 τάγματος Πεζικού.
 

Ευτυχώς έπκιαεν δρόμον σωστόν εις την υποχώρησην ο Σταύρος τζιαι εσώθημαν.
Ακλούθαν μου τζιαι ο σειράς μου ο ναρκαλιευτής.
Ήτουν καλός παστα βουνά εθκιάβαζεν το δάσος τα μονοπάθκια.
Εσώθημαν.

Στην ανασυγκρότησην εφάνειν το κακόν.

Ελείπαν πολλοι.
Αρκεν τζι εν ερκετουν με ο Γιώρκος.

Άμαν επεράσαμεν θκυο μέρες στον χώρον συγκέντρωσης, ήρταν αυτοκίνητα να μας πάρουν στο τάγμαν.

Ήταν τζι ο φίλος μας το Προδρόμιν.  Εφερεν μας τσιάρα.
Έκατσα συνοδηγός.  Λαλεί μου "Ρε συντοπιτη, έσιει τραυματίες πολλούς στο Νοσοκομείον.  Επήα εχτες με τον Ανθυπολοχαγόν.  Ένεν μαζίν τους ο φίλος μας, κόμα εν εστράφειν..."
 

Μονομιάς εσκοτεινιάσαν τα μμάθκια μου.

Τζείντην ώραν εκατάλαβα ήνταμπου'ρκετουν να μας έβρει
Αρκές τ' Αούστου του εβδομήντα τέσσερα 


Αννοίξαν τζιαι οι μπακκάληες στην γειτονιάν.

Άννοιξεν τζιαι το Συνεργατικόν.

Μόνον που ψουμίν εν είχαν οι μπακκάληες.

Ευτυχώς εφούρνιζεν ο κύριος Χριστάκης ο ψουμάς τζιαι εγοράζαμεν τζιαμέ στην οδόν Λονδίνου.

Ήταν έναν ψουμίν μαύρον περίτου.
Ελαλούσαν πως ήτουν μισόν κριθαρένον.
Εχω τη γεύση μες το στόμαν μου , γεύση πολέμου...
 

Στη γειτονιάν ούλλοι εμιλούσαν σιγανά, πκιο προκομμένα που πριν.

Ελείπαν τζιαι πολλοί αδρώποι.  Έφεδροι.

Τες νύχτες είσιεν συσκότισην.

Τζείντες ημέρες ήρτεν τζιαι έναν τρακτορ πορτοκαλλίν τζιαι άννοιξεν στην ακραν της χωράφας έναν μεγάλον πρόχωμαν.
Εβάλαμεν λαμαρίνες που πάνω εσιεπάσαμεν το με χώμαν.
Ώραν περίστασην.

Βομβαρδισμοί.
Εις το χωρκόν στην Πάφον εβομβαρδίσαν.

Αρκες τ' Αούστου.
 

Αγωνία πέλα σέλα της γειτονιάς, προπάντος οι μανάες μας.
Εθωρούσαν το χαράκωμαν τζιαι εσυννέφκιαζαν
Καλημέρα σας φίλοι και φίλες


Η Παναγιά και ο Χριστός στήριγμα σε όλους σας.
 

Άτε τζιαι την Παράδοσην μας τζιαι τα μμάθκια μας.

Ας τζιερνούμε τζιαι λλίους καφέδες την ημέρα.
Ενάν καλόν μαχαλλεπούιν, μιαν κρέμαν, έναν αμφίψωμον, μιαν καλήν κουβένταν.
 

Τζείνος ο καφές που μου τζιέρασεν μες την καταδρομήν άξιζεν πέντε σιλλιάες λίρες.
Μα παραπάνω η αγάπη του.

Ο σειράς μου.  Οποιος τον πειράξει είμαι καλός για λλέου του.
 

Τότες που στράφηκά στο χωρκόν η θκειά μου έστρωσεν τραπέζιν.
Ώσπου να δεις τζιαι να πεις έτρωα τους κιοφτέδες με το πόλιπιφ που μ' αρέσκαν.
Ύστερις λαλεί μου "Έφκα πας τα ανώιν, έσασα την μονήν την καλήν να πνάσεις σερικά που τα πολλά τα βασανά σου.  Αμαν εστράφεις ζωντανός.  Τα άλλα ούλλα σαζούνται.  Έσιει ο Θεός".

Καλήν ημέραν τζιαι ποτίστε τζιαι κανέναν δεντρόν, κάμνει καλόν κατά παντού
Φλίπερ


Στη γειτονιά μας πρωταθλήτης στα φλίπερ ήταν ένας απο τους μεγάλους ο Χάρης.

Ήταν πέντε χρόνια μεγαλύτερος μας.

Ο φόβος και ο τρόμος όλων των καφετζήδων της περιφέρειας.

Μπορούσε να ξεκινήσει στις τρεις το απόγευμα και στις τεσσερεις να σταματά στο φλίππερ την τρίτη μπίλια για να ξεκουράσει το ένα του χέρι.

Ήταν ο μόνος που αναγκαζε τους ιδιοκτήτες των καφενείων να του ρίχνουν το πεντοσέλινο του διαγωνισμού πριν την ώρα του για να απελευθερωθεί το φλιππερ των σέρφερς αυτό με τις ζωγραφιές κυμάτων και σανίδες με αθλητές και αθλήτριες φωτισμένοι χρωματιστά από τα πολλά λαμπάκια. 

Να απελευθερωθεί για να αγωνιστούν οι μικροι και να μπουν τα σελινούθκια να κατατεθούν στη μεταλλική κασίουα και να βγει και το κέρδος των ανθρώπων που μας υπέμεναν πρωινά ή απογεύματα στα μικρά τους καφενεία και τους συλλόγους.
 

Όταν έπαιζε ο Χάρης είχε κερκίδα.

Είχε όμως και μαθητές που τον παρακολουθούσαν συχνά και προσπαθούσαν να κλέψουν τα κόλπα και την τεχνική του.

Όταν έπαιζε δεν ήθελε όμιλίες και περιτούς θορύβους.

Η μεγάλη του αρετη ήταν η αριστεοδέξια κίνηση που έσωζε τις φουνταριστές πίλιες που έρχονταν καρφωτες να χαθούν.

Επίσης είχε συμφωνία με το ΤΙΛΤ.  Δεν του γέλασε σχεδόν ποτέ.

Όταν έφυγε για το στρατό φάνηκε ο τόπος του.


Στρωθήκαμε όλοι στη δουλεια να τον διαδεχτούμε.

Βελτιωθήκαμε, αλλά ο Χάρης ήταν μόνον ένας στη γειτονιά
Εις υβριστάς και κακολογούσες την Πίστην των Γιαγιάων και των Παππούων μας
 


Για την Πίστη των Γιαγιάων μας έχω να λαλώ.

Για τη γνώσην των Παππούων μας έχω να λαλώ.

Εξέραν σσίλλια πράματα να κάμουν τζιαι λλία να λαλούν.
 

Απλοί τζιαι ίσιοι οι περίτου.

Εν εκατηγορούσαν εύκολα οι πιο πολλοί.

Ο παππούς μου εφόρεν συχνά τη βράκαν του την καλήν τζιαι την Κυριακήν επήαιννεν στον Άην Πιφάνην.


Αγάπαν τους φτωχούς.
Τες βασανισμένες χωρκανές του.

Άφηννεν τη Γιαγιάν μου να τες βοηθά χωρίς να γογγίζει...

Για την Παράδοσην του τόπου ούλλην έχουμεν να λαλούμεν πως εκράτησεν μας επλούμισεν μας έσωσεν μας.

Άμαν την περιπέζουν κάποιοι συντοπίτες τζιαι συντοπίτισσες μου,
δα στις πόλεις εννοώ γιατί εις τα χωρκά μας εν το συνηθίζαν, λυπούμαι πολλα.


ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥΣ.  Αγαπώ τους που τα αλήθκεια.
Μα ώρες ώρες εν πολλά φαρμακωμένοι.
Τζιαι βιαστικοί εις τας κρίσεις.
Με γεννικεύσεις ακραίες.
 

Έμαθα να σιωπώ.  Ήντα κκιαριν οι καυκάες.
Παλλιά εμίλουν.  Ήταν τζιαι άλλη η ποιότητα των αθρώπων.

Αλλά τούτον το άππωμαν, τούτη η ακραία άγνοια, κάποτες εν αντέχετε.
 

Να κατηγοράς τη θητείαν τζιαι να 'σουν κάθε μέρα έσσω σου, πάει πολλά.

Να τραουδάς τες δημοκρατίες τζιαι άτε κανεί...

Είδαν πολλά τα μάθκια μας...

Τουλάιστον όμως να κατηγοράς κάτι αφού το μελετήσεις σφαιρικά και εμπειρικά
Με τους σειράες του




Ήτο γνωστός υπηρεσιακός εν τη κοινωνία.

Μα προμεσονύχτια με το κοντοτσιάτταλο το χακκίν όπως εκείνα που φορούσαν καταδρομείς το θέρος τζιαι μια φανελλούαν που τες φτηνές...

Με το σκυλί του έβγαιννε στο δρόμο.


Χωρίς κοινωνικά προσχήματα περπατούσαν μέχρι το πάρκο των φτωχών.


Εδώ ουδεις κρίνει τα φλι φλό του.

Ουδεις τον κατηγορεί που αφήνει το φιλήσυχό σκυλί του να ξεμουδιάσει.
 

Γράφει τους στίχους τις ιστορίες του.

Εδώ στο πάρκο είναι αισθηματίας.

Μπορεί να γράψει για τους σειράες του που του λείπουν συχνά πλέον.
 

Για τον σείρα του τον ΚΨΜιτζή που 19 του Ιούλη τούδωσε το πεντόλιρο που τουχρωστούσε.

Που ξέρεις μπορεί να χαθούμεν να μεν έχω τζιαιτούτον το βάρος...

Φυσα το αερούδιν του Μαγιού όπως τοτε στον Άην Χρυσόστομόν στο κιόσκιν που 'λαλούσαν ιστορίες με τους σειράες του για τα χωρκά τα παναήρκα τζιαι έφερνεν ο καψημιτζής ο τσιακκος κάτι τσακριν ΚΕΑΝ ή Χάι Σποτ ή Κοκα Κόλα τζιαι επίνναν να δροσιστούν τζιαι τραούδαν το καλαμαρούιν ο τραουδιστής "Φύσα αεράκι φύσαμε..."
 

Μιαν νύχταν μεσάνυχτα εφκαλεν μεσάνυχτα τζιαι την φτηνοφανελλούαν.  

Στο πάρκον εν ήτουν κανένας.

Εφύσησεν αξηππα εναν αερούιν δροσάτον σαν του Πενταδακτύλου το 73.

Τότες που 'ταν δεκαενιά λόοκατζης νύχταν μες το δάσος αμαν ετέλειωσεν η άσκηση τζιαι ήρταν τσιατήρκα να πνάσουν τζιαι κάτσαν ούλλοι ως αργα με τα άστρα.
"Δρόσος του δάσους" είπεν ο λοχίας.
"Ευτυχία πόν πόψε ρε κοπέλια"...
Ελούθειν του κλαμάτου...
 

Α τζιαι να'ταν ξανά ιχνηλάτης τζιαι βοηθός καψημιτζής τζιαι πορτάρης της Μοίρας μες σε έναν αερούιν της Κύπρου με τους σειράες του.

Τζι ας είσιεν μόνον φλι φλό τζι έναν ζευκάριν άρβυλα
Αμπελουργική περιπέτεια



Μετά την εργασίαν μας σε Κεραμείον το έτος 1980 το θέρος απεφάσισα να αναζητήσω εργασία ανευ της μεσολαβήσεως του πατρός μου.

Έτσι με την προτροπή του Πάμπου του ζαχαροπλάστη θρυλικού ανιχνευτή του 61ου Συστήματος και τις ενισχυτικές του συστάσεις ζήτησα από τον κορυφαίο αμπελουργό Άριστό Χειμώνα να με εργοδοτήσει εκείνο το Καλοκαίρι...

Ο καλόκαρδός και αξιοθαύμαστος κύριος Άριστός παρά τους φόβους του με προσέλαβε δοκιμαστικά.

Έτσι ξεκινούσε μια αμπελουργική περιπέτεια ολόχρονη μέχρι την κατάταξη μας στο στρατό αλλά και στα κατοπινά χρόνια...

Μόλις τελείωναν οι εξετάσεις στο Αθηναϊδειον φεύγαμε την επομένη χαράματα με τον μάστρο για το κόψιμο της πρώιμης σουλτανίνας από την Λουλλίτσαινα ένα αμπέλι χρυσάφι χάρμα οφθαλμών...

Το μεγάλο μας συνεργείο θα έμπαιννε στα αμπέλια λίγες μέρες αργότερα μόλις το σταφύλι ήταν έτοιμο για μεγάλο κόψιμο.

Το συσκευαστήριο μας περίμενε
Οι Interrogators, οι ανακρίσεις και η πορεία τους



Από μικρός όταν πρωτοείδα δημοσιευμένες κάποια σειρα φωτογραφιών από ανάκριση στην Ομορφίτα άρχισα να προβληματίζομαι για τη φύση και την τύχη των ανθρώπων ανακριτών της Αποικιοκρατίας.
 

Με τον καιρό ψηφίδα ψηφίδα μελέτησα την παρουσία αποικιοκρατικών ανακριτών και συλλεκτών πληροφοριών ανά την οικουμένη ολόκληρη κατα την περίοδο από την έναρξη το εικοστού αιώνα μέχρι την ειρήνευση στη Βορειό Ιρλανδία.

Η εργασία αυτή με βοήθησε να μελετήσω με νηφαλιότητα και ευρύτερη θέαση τη μάχη των πληροφοριών και το ανακριτικό έργο στην Κύπρο από το 1931 μέχρι το τέλος του Αγώνα της ΕΟΚΑ το 1959.
 

Η επιμόρφωση είκοσι στελεχών του ειδικού κλάδου το 1954 αποτελεί την απαρχή των "νεων" προσεγγίσεων στην Κύπρο στον τομέα της συγκεντρωσης πληροφοριών με ανθρωπιστικά και ηθικά ελεγχόμενους τρόπους και τεχνικες ανακρίσεως.

Είχε προηγηθεί μια κινητικότητα εκμαίευσης πληροφοριών στην Αθήνα όπου τα κλιμάκια πληροφοριών των Βρεττανών και των Αμερικάνων αναπτύσσουν προηγμένες για την εποχή μεθοδους τεχνολογικές για παρακολουθήσεις ενώ αξιοποιούν και τα κεκτημένα των συνεργασιών του Β Παγκοσμίου Πολέμου και του αιματηρού Εμφυλίου.
 

Η αλήθεια όμως ήταν σκληρή για τους Βρεττανούς.

Η απώλεια πολλαπλών εγκαταστάσεων και βάσεων στη Μεσόγειο στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή δεν τους άφηνε να αξιολογήσουν με νηφαλιότητα το Κυπριακό αίτημα Αυτοδιάθεσης.

Ο οικονομικός χειρισμός της νήσου ιδιαίτερα των ορεινών όγκων ήταν σκληρός χωρίς τη μορφοποίηση οικονομικής απελευθέρωσης.

Αυτό δυσκόλευε τον πληροφοριακό χειρισμό της πλειοψηφίας των κατοίκων της υπαίθρου και των βουνών.

Έτσι η απόφαση για άρνηση του διαλόγου για αυτοδιάθεση στο τέλος του 1954 ενεργοποιούσε τις πρώτες ενέργειες αναδόμησης του Ειδικού κλάδου και τη σταδιακή άφιξη από διάφορούς χώρους δράσης επιχειρησιακών πρακτόρων και των μυθικών interrogators που θα κατέφθαναν, τουλάχιστόν το πρώτο κύμα, οργανωμένοι στο δευτερο εξάμηνο του 1955.
 

Βέβαια οι πολυάριθμές ενέργειες ανάπτυξης νέων κέντρων πληροφοριών και σταδιακά ανακριτηρίων είναι κυρίως έργο του κυβερνήτη Χαρτιγκ και μιας ομάδας στενών συνεργατών του.

Αυτοί θα κτίσουν σταδιακά μια σειρά κέντρων σε ολόκληρη την Κύπρο με τη συνδρομή της Αστυνομίας του Βρεττανικού Στρατού και του νεοσύστατού Σώματός επικουρικών.

Τα περιφερειακά κέντρα δεν θα λειτουργούν όλα με επαγγελματίες ανακριτές.
Αυτό θα οδηγήσει σε μια σειρα ανεξέλεκτων ανακριτηρίων με κάποια επιχειρησιακα αποτελέσματα για τους Βρεττανούς και πολυαριθμά δεινά για τους Έλληνες της Κύπρου.
 

Βασικό κέντρο των ανακριτών και μιας αρκετά πολυάριθμής όμάδας συνεργατών που προσετέθησαν σταδιακά ήταν οι Αστυνομικές εγκαταστάσεις της Ομορφίτας.

Στη διεθνή βιβλιογραφία αυτό το κέντρο και το συνδεδεμένο δίκτυο ανακριτηρίων που συχνά του παρέπεμπε κρατούμενα πρόσωπα άνδρες και γυναίκες για πρόσθετους βασανισμούς και ανείππωτα μαρτύρια.
 

Ονόματα και φωτογραφίες αρκετών ανακριτών έχουν πλέον δημοσιευθει σε πρώτη οργανωμένη μορφή μετά το 1970 και έχουν αναπαραχθει χωρίς έντονή ερευνητική εμβαθυνση.

Ιστορικά και ερευνητικά το μυστήριο των πολλαπλών προελευσεων του ανακριτικου "σωματος" αρχίζει να φωτίζεται μερικώς από μαρτυρίες και έγγραφα ιδιαιτέρως τα γνωστά ως "κενυατικά".

Η ιστορική έρευνα σίγουρα θα αποκριθεί κι γι αυτό το ακανθώδες πεδίο της ιστορίας μας.
Μέρες Αυγούστου


Οι μέρες περνούσαν μα παιδια εμείς νοιώθαμε πως κάτι δεν ήταν καλό.
 

Από την νύχτα τέλη εβδομήντα τρία αρχές εβδομήντα τέσσερα που πρόσεξα τους αμμόσακκους πόξω που την Κεντρικήν Αστυνομίαν της Λεμέσου κάτι ανάμεσα φόβου και ανησυχίας με κατέλαβε.  

Το ίδιο κι όταν είδα στο Μεσαιώνικό Κάστρο την τουρκική σημαία να κυματίζει προκλητικά.
 

Το ίδιο και όταν περάσαμε στην οδόν Αγκύρας και είδα Τούρκικα εθνόσημα σε κάτι στρατιώτες που περιφέρονταν πάνω κάτω.
Κάτι σαν Φρουραρχείο πόλεως.

Καθόμασταν μικροί και μεγάλοι στο βαφείο του Κυρίου Αντρέα του Βλάσκου.


Οι μικροί ακούγαμε τους μεγαλους να μιλούν με ένα τρόπο αλοιώτικο από την ημέρα της Εισβολής.

Οι στρατεύσιμοι έλειπαν από τη γειτονιά.
Κάτιψιλά ακούγονταν για κάποιους που εποφύαν.

Τότε ακουσα για πρώτη φορα τη λέξη λιποτάκτης.
"Εννα μπλέξει αν τον κηρύξουν λιποτάκτη" άκουσα εναν που τους μεγάλους να ψιθυρίζει έναν δείλις.
 

Από τις δεκατέσσερεις του Αυγούστου.

Δεύτερη εισβολή Ο μάστρε Αντρέας μου εξήγησε πως σκούρα πλέον τα πράματα.

Πολλοί είχαν φύγει στα ορεινά χωρια.  Σε παππούδες γιαγιάδες.

Η γειτονιά δεν ήταν βέβαια έρημη μα ήταν σιωπητή.  

Δεν πολυκυκλοφορούσε κόσμος.

Οι πλείστοι πατεράδες έλειπαν ως στρατεύσιμοι.
Οι μεγαλύτεροι στην Πολιτική Άμυνα.

Το ράδιο δεν έκλεινε.  
Δίψα για μια πληροφορία για κάτι ελπιδπφόρο.

Μόνο που το κακό και τ άδικο μεγάλωνε...

Ξημερώνοντας Δεκαπεντάουστος η Κύπρος βίωνετο φονικό και το άδικο.
 

Οι μανάδες μας ήξεραν ένοιωθαν πως ερχόταν μια λαίλαπα... ένα θανατικό...